Γλωσσάρι Ηλεκτρικών Όρων στα Αγγλικά — S

μικρό

Δείγμα - δείγμα

Κύκλος δειγματοληψίας — κύκλος δειγματοληψίας

Δορυφορικός υποσταθμός — ομαδικός υποσταθμός για τηλεχειρισμό

Κορεσμένος αντιδραστήρας — κορεσμένος αντιδραστήρας

Κορεσμένος μετασχηματιστής - κορεσμένος μετασχηματιστής

Κορεσμός — κορεσμός

Ζώνη κορεσμού — ζώνη κορεσμού

Περιοχή κορεσμού — περιοχή κορεσμού

Κλίμακα — κλίμακα

Σχηματικό διάγραμμα — διάγραμμα δομής

Screening — διαλογή

Βιδωτή σύνδεση - στρίψιμο συρμάτων Δευτερεύουσα - δευτερεύουσα

Δευτερεύον κύκλωμα — δευτερεύον κύκλωμα

Δευτερεύων έλεγχος — δευτερεύων έλεγχος

Δευτερεύοντες αγωγοί — δευτερεύοντες σφιγκτήρες

Δευτερεύον ρελέ — δευτερεύον ρελέ

Δευτερεύουσα δοκιμή — επαλήθευση της προστασίας του ηλεκτρονόμου με δευτερεύον ρεύμα και τάση

Δευτερεύουσα τάση — Δευτερεύουσα τάση

Δευτερεύουσα περιέλιξη - δευτερεύουσα περιέλιξη

Επιλεκτική προστασία - επιλεκτική προστασία

Επιλεκτικό χρονικό διάστημα — επίπεδο επιλεκτικότητας

Σχέδιο επιλεκτικής εξαίρεσης — χάρτης επιλεκτικότητας

Επιλεκτικότητα — επιλεκτικότητα

Αποζεύκτη διακόπτη - αποζεύκτη διαύλου

Αυτορυθμιζόμενος έλεγχος - αυτορυθμιζόμενο σύστημα ελέγχου

Αυτοτροφοδοσία

Αυτοέλεγχος — άμεσος έλεγχος

Αυτοδιέγερση — αυτοδιέγερση

Σφάλμα αυτοσβέσεως - σφάλμα αυτοσβέσεως (βλάβη που αυτοσβήνεται χωρίς να απενεργοποιείται το αντικείμενο)

Επικοινωνία που κρατά μόνος του

Αυτο-επαγωγή — αυτοεπαγωγή

Επαφή αυτοκλειδώματος-αυτοασφαλιζόμενη επαφή

Αυτοπαρατήρηση - αυτοπαρατήρηση

Αυτοταλάντωση-αυτο-ταλάντωση

Αυτορρύθμιση-αυτορύθμιση

Αυτοέλεγχος — αυτοέλεγχος

Αυτοσυγχρονισμός

Self-sync-self-sync

Ημιαυτόματο σύστημα - ημιαυτόματο σύστημα

Ημιαγωγός - Ημιαγωγός

Ημιγραφική μέθοδος — γραφική-αναλυτική μέθοδος

Ανώτερος μηχανικός βάρδιας — ανώτερος αρχηγός βάρδιας

Ευαίσθητος — ευαίσθητος

Ευαίσθητη … προστασία — ευαίσθητη προστασία από κάτι

Ευαισθησία — ευαισθησία

Ευαισθησία στοιχείου στόχου — Η ευαισθησία του στοιχείου στόχου

Μεμονωμένα πηνία — Μεμονωμένα πηνία

Ξεχωριστό δίκτυο - ξεχωριστό δίκτυο

Έλεγχος ακολουθίας — διαδοχικός έλεγχος

Σειριακή πρόσβαση — Σειριακή πρόσβαση

Σειριακή επικοινωνία — σειριακή διεπαφή

Χωρητικότητα σειράς — Διαμήκης χωρητική αντιστάθμιση

Αντιστάθμιση σειράς — διαδοχική αντιστάθμιση

Σειριακή σύνδεση — σειριακή σύνδεση

Ρύθμιση — ρύθμιση

Ρύθμιση ρεύματος — τρέχουσα ρύθμιση

Κουμπί συντονισμού — ένας διακόπτης για τη ρύθμιση των σημείων ρύθμισης

Ρύθμιση πραγματικής τιμής — ρυθμιζόμενο σημείο ρύθμισης

Ρύθμιση τιμής — καθορισμένη τιμή

Ασπίδα — οθόνη

Προστατευτική θήκη - θήκη θωράκισης

Μηχανικός βάρδιας — αρχηγός βάρδιας

Ρεύμα κρούσης — ρεύμα κρούσης

Οδηγίες καταστήματος — Οδηγίες εργοστασίου Βραχυκύκλωμα — Βραχυκύκλωμα

Βραχυκύκλωμα και γείωση — βραχυκύκλωμα στη γείωση

Βραχυκύκλωμα μεταξύ των φάσεων

Χαρακτηριστικό βραχυκυκλώματος

Ρεύμα βραχυκυκλώματος-ρεύμα βραχυκυκλώματος

Υπολογισμοί ρεύματος βραχυκυκλώματος

Ρεύμα γείωσης βραχυκυκλώματος

Προστασία βραχυκυκλώματος - προστασία βραχυκυκλώματος

Ισχύς βραχυκυκλώματος-Ισχύς βραχυκυκλώματος

Βραχυκύκλωμα τόξου — βραχυκύκλωμα τόξου

Βραχυκύκλωμα στη γείωση — Βραχυκύκλωμα στη γείωση

Ελιγμός — ελιγμός

Επίπεδο σήματος — επίπεδο σήματος

Αναλογία σήματος προς θόρυβο αναλογία σήματος προς θόρυβο

Χρόνος μετάδοσης σήματος — χρόνος μετάδοσης σήματος

Αθόρυβο τόξο — σταθερό τόξο

Κανάλι Simplex — Κανάλι Simplex

Μακέτα δοκιμή — μια δοκιμή σε ένα μοντέλο

Προσομοιωτής - προσομοιωτής

Single Action Auto Close - Μονή δράση με αυτόματη ενέργεια

Υποσταθμός ενός διαύλου — ένας υποσταθμός με σύστημα ενιαίας ράβδου ζυγού

Μονοκάναλο — μονοκάναλο

Γραμμή μονού κυκλώματος

Μονό καλώδιο — ένα καλώδιο

Ρελέ στοιχείου — ρελέ με ένα στοιχείο

Μονός τροφοδότης (Radial Feeder) — Ακτινική γραμμή

Διάγραμμα μίας γραμμής - διάγραμμα μίας γραμμής ηλεκτρικού δικτύου

Ο μονοφασικός εξοπλισμός αυτόματου επανακλεισίματος ενεργοποιείται ξανά

Μονοφασικό αυτόματο κλείσιμο-μονοφασικό αυτόματο κλείσιμο

Μονοφασικό βραχυκύκλωμα-μονοφασικό βραχυκύκλωμα

Μονοφασικός μετασχηματιστής-μονοφασικός μετασχηματιστής

Μονοπολικός εξοπλισμός αυτόματης επανακλεισίματος

Μονοπολικός διακόπτης - μονοπολικός διακόπτης

Μονή λήψη — Ανακεφαλαίωση μονής λήψης

Μονό τροφοδοτικό — τροφοδοτικό μονής κατεύθυνσης

Μονοφασικό τριφασικό ρεκτιφιέ-συνδυασμένο (μονοφασικό) τριφασικό αυτόματο κλείσιμο

Μετασχηματιστής ρεύματος μονής στροφής

Slave ρελέ-ρελέ-repeater

Διαφάνεια - τσουλήθρα

Ποσοστό ολίσθησης — Ποσοστό ολίσθησης

Ρελέ αργής δράσης — ρελέ βραδείας δράσης

Ρελέ αργής απελευθέρωσης-ρελέ βραδείας αποδέσμευσης

Σκουπωμένο — αδρανειακό

Ομαλή παραλλαγή — ομαλή παραλλαγή

Λογισμικό - λογισμικό

Ηλιακή μπαταρία - ηλιακή μπαταρία

Συγκολλημένη σύνδεση - συγκολλημένη σύνδεση

Κολλήσεις - κολλήσεις

Ρελέ στερεάς κατάστασης — ρελέ χωρίς επαφή

Διακόπτης στερεάς κατάστασης - διακόπτης στερεάς κατάστασης

Στερεά γειωμένο ουδέτερο — σταθερά γειωμένο ουδέτερο

Ανταλλακτικά - ανταλλακτικά

Πυκνωτής σπινθήρα Κύκλωμα καταστολής σπινθήρα

Καθορισμένη τιμή — μια καθορισμένη τιμή

Κινητήρας ταχύτητας — κινητήρας με ρυθμιστή ταχύτητας

Κυβερνήτης ταχύτητας — ρυθμιστής ταχύτητας

Κυβερνήτης ταχύτητας — ρυθμιστής ταχύτητας

Επιτάχυνση — αύξηση ταχύτητας

Γεννήτρια τάσης ταχύτητας — ταχογεννήτρια

Split-phase — split-phase

Split Secondary - Δευτερεύον τύλιγμα με το μέσον προς τα έξω

Διαχωρίστε τα ελαστικά — σχίσιμο ελαστικών

Επαφή ελατηρίου — ελατήριο επαφής

Spur line — αγγίξτε

Παρασιτική χωρητικότητα — Παρασιτική χωρητικότητα

Ψευδές άνοιγμα — ψευδές κλείσιμο

False shutdown — ψευδής τερματισμός λειτουργίας

Σταθερότητα — σταθερότητα

Σταθερός — σταθερός

Σταθερές συνθήκες — σταθερή λειτουργία

Σταθερή ταλάντωση — Σταθερή ταλάντωση

Σημείο αλλαγής σταδίου — σημείο αλλαγής σταδίου PZ

Στάδιο κύκλωμα — κύκλωμα καταρράκτη

Μήκος διασκελισμού — μήκος διασκελισμού

Αναμονή — εγκατάσταση σε κατάσταση αναμονής

Εφεδρική ισχύς — εφεδρική ισχύς

Διακόπτης αστεριού-τριγώνου — εναλλαγή από αστέρι σε δέλτα

Σύνδεση αστέρι-αστέρι σύνδεση αστέρι-αστέρι

Ρελέ εκκίνησης — ρελέ εκκίνησης

Αρχική κατάσταση — λειτουργία εκκίνησης

Εκτέλεση δοκιμών — εκτέλεση δοκιμών

Έναρξη παράλληλης εργασίας — έναρξη παράλληλης εργασίας

Έναρξη λειτουργίας (σε ρελέ) - έναρξη λειτουργίας (ρελέ)

Έλεγχος έναρξης-διακοπής — περιοδικός έλεγχος

Στατικός αντισταθμιστής — στατικός αντισταθμιστής

Static Transducer - Static Transducer

Στατικό σφάλμα - στατικό σφάλμα

Στατική διέγερση — Στατική διέγερση

Βοηθητική τάση σταθμού — βοηθητική τάση

Σταθμός υπό AGC (LFC) — Σταθμός ηλεκτροπαραγωγής που συμμετέχει στο ARCHM

Προστασία από σφάλματα γείωσης στάτη — προστασία από σφάλματα γείωσης στον στάτορα

Σφάλμα στάτορα σε πλαίσιο — Βραχυκύκλωμα στάτορα σε πλαίσιο

Περιέλιξη στάτορα - περιέλιξη στάτορα

Σταθερό ρεύμα βραχυκυκλώματος-στάσιμο ρεύμα βραχυκυκλώματος

Σταθερή σταθερότητα — στατική σταθερότητα

Βήμα δράσης - βήμα δράσης

Μέθοδος βήμα προς βήμα-μέθοδος διαδοχικών διαστημάτων

Βηματικός υποσταθμός

Βήμα προς τα κάτω μετασχηματιστή-βαθμίδα προς τα κάτω μετασχηματιστή

Σημείο αλλαγής τόνου — σημείο αλλαγής τόνου

Μήκος βήματος — μήκος βήματος

Έλεγχος χωρίς βήμα — αδιάκοπη ρύθμιση

Χαρακτηριστικό βήμα — χαρακτηριστικό βήμα

Σταδιακή αντίδραση — παροδική αντίδραση

Υποσταθμός αναβάθμισης - κινητός υποσταθμός

Μετασχηματιστής αναβάθμισης — μετασχηματιστής ανύψωσης Χωρητικότητα αδέσποτων — Αδέσποτη χωρητικότητα

Αδέσποτα ρεύματα — αδέσποτα (αδέσποτα) ρεύματα

Γραμμή απόκρυψης — τρένο

Διαδοχικές αποτυχίες — διαδοχικές αποτυχίες

Υποσταθμός - ηλεκτρικός υποσταθμός

Αίθουσα ρελέ υποσταθμού — Δωμάτιο προστασίας ρελέ υποσταθμού

Υπομεταβατική αντίδραση — υπομεταβατική αντίσταση

Reclose Successful — Επιτυχής εκ νέου κλείσιμο

Ξαφνική αλλαγή στη συχνότητα — Ξαφνική αλλαγή στη συχνότητα

Ξαφνική αλλαγή φορτίου — μια ξαφνική αλλαγή στο φορτίο

Υπεραγωγιμότητα — υπεραγωγιμότητα

Επιβαλλόμενο ρεύμα — υπερτιθέμενο τότε

Μέθοδος υπέρθεσης — μέθοδος υπέρθεσης

Επόπτης – υπεύθυνος βάρδιας

Κύκλωμα ελέγχου ταξιδιού — επίβλεψη κυκλώματος ταξιδιού

Ισχύς (Ρελέ) — Ισχύς (Ρελέ)

Διακοπή ρεύματος — Διακοπή ρεύματος

Σημείο τροφοδοσίας — σημείο τροφοδοσίας

Τάση τροφοδοσίας — τάση τροφοδοσίας

Τάση τροφοδοσίας βοηθητικών κυκλωμάτων — τάση τροφοδοσίας δευτερευόντων κυκλωμάτων (βοηθητικά)

Susceptance — αντιδραστική αγωγιμότητα

Παρατεταμένη βλάβη — μόνιμη βλάβη

Μόνιμο ρεύμα βραχυκυκλώματος

Καθαρισμός — καθάρισμα

Swing Lock — Κλείδωμα Swing

Κούνια καλωδίων — συρμάτινος χορός

Διακόπτης - ένας διακόπτης

Switchable Busbar — Σύστημα ράβδου ζυγών με δυνατότητα μεταγωγής

Automatic Bus Breaker - Section Breaker

Διακόπτης - διακόπτης

Μέθοδος συμμετρικών συνιστωσών

Συμμετρικό βραχυκύκλωμα — συμμετρικό βραχυκύκλωμα

Συμμετρική τάση — συμμετρική τάση

Συγχρονισμός — συγχρονισμός

Συγχρονισμός — συγχρονισμός

Ρελέ συγχρονισμού — ρελέ συγχρονισμού

Συγχρονισμός — συγχρονισμός

Συγχρονοσκόπιο - συγχρονοσκόπιο

Σύγχρονος αντισταθμιστής — σύγχρονος αντισταθμιστής

Σύγχρονη γεννήτρια — σύγχρονη γεννήτρια

Σύγχρονος κινητήρας - σύγχρονος κινητήρας

Σύγχρονη λειτουργία - σύγχρονη λειτουργία

Σύγχρονη αντίσταση — σύγχρονη αντίσταση

Συστηματικό λάθος

Διαμόρφωση συστήματος — Διαμόρφωση ηλεκτρικού δικτύου

Διαχείριση συστήματος — διαχείριση συστήματος ισχύος

Κέντρο ελέγχου συστήματος — Κέντρο αποστολής συστήματος ισχύος

Διάγραμμα συστήματος - Διάγραμμα συστήματος (Ηλεκτρικό Δίκτυο)

Διάγραμμα εργασίας του συστήματος

Σας συμβουλεύουμε να διαβάσετε:

Γιατί το ηλεκτρικό ρεύμα είναι επικίνδυνο;