Γλωσσάρι Ηλεκτρικών Όρων στα Αγγλικά — T

Τ

Αλλαγή πίσσας - Αλλαγή κουμπιού μετασχηματιστή (Λειτουργία διακόπτη πατήματος)

Tapping (teed line) — trunk line Τηλεπικοινωνίες — επικοινωνία

Γραμμή τηλεπικοινωνιών — γραμμή επικοινωνίας

Τηλεμετρία

Τηλερρύθμιση — τηλερύθμιση

Εξαρτάται από τη θερμοκρασία — εξαρτάται από τη θερμοκρασία

Τερματικό - σφιγκτήρας, ακροδέκτης

Τάση ακροδεκτών — Τάση ακροδεκτών

Τριτογενής περιέλιξη — Τριτογενής περιέλιξη

Σετ θερμικής γεννήτριας — Σετ γεννήτριας CHP

Θερμικό οριακό φορτίο — φορτίο στο δευτερεύον κύκλωμα σύμφωνα με τη συνθήκη θερμικής αντίστασης

Θερμοηλεκτρικός σταθμός – θερμοηλεκτρικός σταθμός

Μονάδα θερμικής ισχύος — Μονάδα ΣΗΘ

Θερμικό ρελέ — θερμικό ρελέ

Θερμικό αντίγραφο — θερμικό μοντέλο

Θερμοστοιχείο — θερμοστοιχείο

Τρίτη αρμονική - τρίτη αρμονική

Ρελέ τριών στοιχείων-ρελέ τριών στοιχείων

Τριφασικός εξοπλισμός αυτόματης επανακλεισίματος

Τριφασικό σφάλμα-τριφασικό σφάλμα

Διάγραμμα Τριφασικού Συστήματος - Τριφασικό Διάγραμμα Ηλεκτρικού Δικτύου

Τριφασικός μετασχηματιστής-τριφασικός μετασχηματιστής

Μετασχηματιστής τριών περιελίξεων — μετασχηματιστής τριών περιελίξεων

Κατώφλι (of) sensitivity — κατώφλι της ευαισθησίας

Τιμή κατωφλίου — τιμή κατωφλίου

Μέσω ρεύματος σφάλματος — μέσω ρεύματος σφάλματος (βραχυκύκλωμα)

Θυρίστορ - θυρίστορ

Χρονικό χαρακτηριστικό — χρονική εξάρτηση

Χρονική σταθερά — Χρονική σταθερά

Χρονική καθυστέρηση — χρονική καθυστέρηση

Εξαρτάται από το χρόνο — εξαρτάται από το χρόνο

Διαφορά ώρας — βήμα χρονικής καθυστέρησης

Time Ranking — ρύθμιση προστασίας κατά την καθυστέρηση

Χρονικό διάστημα — χρονικό βήμα

Ρελέ χρονικής καθυστέρησης — Ένα ρελέ χρόνου

Πρόγραμμα — πρόγραμμα εργασίας

Ώρα για δράση — ώρα για δράση

Στοιχείο χρονισμού — στοιχείο χρόνου

Διακόπτης εναλλαγής — διακόπτης εναλλαγής

Συνολικός χρόνος ανάπαυσης — συνολικός χρόνος ανάπαυσης

Συνολικό ρεύμα — συνολικό ρεύμα

Ολική απώλεια φορτίου — πλήρης απώλεια φορτίου

Υποσταθμός έλξης — υποσταθμός έλξης

Αισθητήρας — αισθητήρας

Μετατροπέας — transreactor

Λεωφορείο μεταφοράς — σύστημα διαύλου παράκαμψης

Λειτουργία μεταφοράς — λειτουργία μεταφοράς

Μπάρες μεταφοράς — σύστημα διαύλου παράκαμψης

Μετασχηματισμός ηλεκτρικής ενέργειας — μετασχηματισμός ηλεκτρικής ενέργειας

Τράπεζα μετασχηματιστών — ομάδα μετασχηματιστών

Μετασχηματιστής διακόπτης - μετασχηματιστής διακόπτης

Προστασία μετασχηματιστή — μετασχηματιστής RZ

Αναλογία μετασχηματιστή — λόγος μετασχηματισμού του μετασχηματιστή

Transformer Substation - Transformer Substation (TP)

Transformer Tap - Transformer Tap Transformer Winding - Transformer Winding

Μετασχηματιστής διακλάδωσης επί φορτίου Μετασχηματιστής εναλλαγής βρύσης επί φορτίου

Φορτίο μετασχηματιστή αλλαγής βρύσης χωρίς φορτίο

Μετασχηματιστής με ρύθμιση σε φάση — μετασχηματιστής με ρύθμιση τάσης σε φάση

Μετασχηματιστής με ρύθμιση σε τετραγωνική μονάδα

Σταθμός μετασχηματισμού — υποσταθμός

Μεταβατική Ανάλυση — Παροδική Ανάλυση

Παροδικό σφάλμα — παροδικό σφάλμα

Παροδική ανατροφοδότηση — ευέλικτη ανατροφοδότηση

Επιδόσεις μετάβασης — ποιότητα της διαδικασίας μετάβασης

Ένα παροδικό φαινόμενο

Παροδική αντίσταση — Παροδική αντίσταση

Παροδική απόκριση — παροδική απόκριση

Μεταβατικό βραχυκύκλωμα — παροδικό βραχυκύκλωμα

Μεταβατικό ρεύμα βραχυκυκλώματος — Μεταβατικό ρεύμα βραχυκυκλώματος

Μεταβατική σταθερότητα — δυναμική σταθερότητα

Κατάσταση μετάβασης — μια λειτουργία μετάβασης

Τρανζίστορ - τρανζίστορ

Μεταφραστής (μετασχηματιστής απομόνωσης) — μετασχηματιστής απομόνωσης

Κανάλι μετάδοσης — κανάλι μετάδοσης

Ρυθμός δεδομένων — ρυθμός μεταφοράς δεδομένων

Όριο μετάδοσης — όριο ισχύος μετάδοσης

Δυνατότητα γραμμής μεταφοράς — Χωρητικότητα γραμμής μεταφοράς

Μεταφορά ηλεκτρικής ενέργειας

Πομπός - πομπός

Μεταθέτω — μεταθέτω

Εγκάρσια διαφορική προστασία

Ταξιδεύοντας κύμα - ταξιδιωτικό κύμα

Σύστημα δέντρων — ακτινωτό κορμό (διακλαδισμένο) ηλεκτρικό δίκτυο

Ταξίδι — απενεργοποιήστε, δώστε εντολή ταξιδιού

Διακοπή διακόπτη κυκλώματος - δώστε εντολή να ανοίξει ο διακόπτης κυκλώματος (ισχύει για ρελέ)

Κύκλωμα ταξιδιού — κύκλωμα ταξιδιού

Πηνίο ταξιδιού — κινούμενο πηνίο

Εντολή ταξιδιού — εντολή ταξιδιού

Τριπλός υποσταθμός λεωφορείων — ένας υποσταθμός με τρία συστήματα λεωφορείων

Τριπλό καλώδιο — τρία καλώδια ανά φάση

Αρμονική τριών συχνοτήτων — τρίτη αρμονική

Τριπλή μονάδα (Κινητήρας, Αντλία, Στρόβιλος) — Τριπλή μονάδα (Κινητήρας, Αντλία, Στρόβιλος)

Ρελέ ταξιδιού - Ρελέ ταξιδιού

Χρόνος ενεργοποίησης — χρόνος αντίδρασης

Γραμμή κορμού — καλώδια ρεύματος κορμού

Κύριο πορτμπαγκάζ — καλώδιο τροφοδοσίας κορμού

Συντονισμένο κύκλωμα — κύκλωμα συντονισμού

Συντονιστής πυκνωτής — πυκνωτής trimmer

Ένδειξη ρύθμισης — Ένδειξη ρύθμισης

Εύρος συντονισμού — περιοχή συντονισμού

Ρυθμιστής στροβίλου - ρυθμιστής στροβίλου

Στροβιλογεννήτρια — στροβιλογεννήτρια

Στροβιλογεννήτρια - ατμοστρόβιλος

Στροφή – στροφή

Βραχυκύκλωμα στροφής με στροφή Βλάβη βραχυκυκλώματος περιστροφής σε στροφή (SC)

Προστασία από φθορές - στροφή σε στροφή Προστασία από βραχυκύκλωμα

Διπλό καλώδιο — δύο καλώδια σε φάση

Στριφτό σύρμα — στριμμένο σύρμα (αγωγός)

Στριφτή άρθρωση — μια συστρεφόμενη άρθρωση

Πηνίο διπλής στρώσης-πηνίο διπλής στρώσης

Επαφή διπλής κατεύθυνσης - επαφή διπλής κατεύθυνσης (με μεταγωγή).

Αμφίδρομη ισχύς-αμφίδρομη ισχύς

Ρελέ δύο σταδίων-ρελέ δύο σταδίων

Σας συμβουλεύουμε να διαβάσετε:

Γιατί το ηλεκτρικό ρεύμα είναι επικίνδυνο;